Archive for May, 2008

Το είχα ανάγκη. Έπεσα σε λήθαργο εχθές. Τελικά όχι τόσο νωρίς όσο θα ήθελα (κάποιες φορές πρέπει να κρατάμε τα προσχήματα – μην καρφωθούμε) αλλά ο ύπνος ήταν αναζωογονητικός. Για ένα δεκάλεπτο σκεφτόμουν, σκεφτόμουν… νομίζω βρήκα απαντήσεις. Ήμουν σίγουρη ότι θα τις θυμάμαι το πρωί όμως για έναν περίεργο λόγο παρόλο που δε θυμάμαι τις απαντήσεις, έχω την αίσθηση ότι όλα λύθηκαν. Αυτό έχει σημασία!

Ξύπνησα νωρίς και έχω ήδη κάνει αρκετά από τα πράγματα που ήθελα (υπάρχουν βέβαια πολύ περισσότερα στην αναμονή, αλλά εδώ είμαστε, θα τα κάνουμε). Μου κάνει εντύπωση που το τηλέφωνο δεν έχει χτυπήσει ακόμη. Άλλα Σάββατα που θέλω να κοιμηθώ, λυσσάνε από το πρωί… Και φυσικά αρχίζουν και χτυπάνε μόλις μείνω μόνη μου. Γιατί χριστιανέ μου; Άσε με να κοιμηθώ…

Τέλος πάντων… Μουσικούλα… Φακιόλι (μπουχαχαχαχα) και ξεκινάμε!

Αντέχω…

Posted: May 23, 2008 in Uncategorized
Tags:

Πήρες τις νύχτες σου τις καληνύχτες σου

χάθηκες μέσ’ τη βροχή

άφησες μια φωτογραφία για να μιλάμε μαζί

ότι παράτησες ειν’ όπως τ άφησες

όλα είναι ίδια εδώ

όλα βουλιάζουνε

όλα ρημάζουνε

πάντα στον ίδιο σκοπό

κι εγώ ακόμα εδώ.

Γύρω μου πρόσωπα κρύα κι απρόσωπα

απελπισμένες σιωπές

χάρτινα άσματα ροκ αποσπάσματα

απεγνωσμένες φωνές

βράδια ανόητα πάντα αυτονόητα

χάνονται μέσ’ τον καπνό

όνειρα ήπια χρόνια ερείπια

πάντα στον ίδιο σκοπό

κι εγώ ακόμα εδώ.

Αντέχω ακόμα μάτια μου

Αντέχω

Σε σένα ελπίζω μάτια μου

Μόνο εσένα έχω

Αντέχω ακόμα μάτια μου

Αντέχω

Μόνο για σένα μάτια μου

Μόνο για σένα αντέχω

Έρωτες διάφοροι μόνοι κι αδιάφοροι

σέρνονται δίχως μιλιά

η εγκατάλειψη σε επανάληψη

μια ιστορία παλιά

όλα είναι γνώριμα ίδια κι ανώριμα

πότε θα φύγω από δω

όλα τελειώνουνε όλα παγώνουνε

πάντα στο ίδιο σκοπό

κι εγώ ακόμα εδώ

Δεν μου συμβαίνει συχνά, το ξέρω. Ήθελα να οδηγήσω. Xωρίς προορισμό. Mπήκα στο αυτοκίνητο. Έκανα μια τεράστια βόλτα – μη με ρωτήσετε που, ειλικρινά δεν ξέρω – και κατέληξα στο αγαπημένο μου μέρος (σιγά μη σας το πω, να θέλετε να σας πηγαίνω εκεί;).

Για ένα μισάωρο ο αέρας φυσούσε στο πρόσωπό μου. Περίεργο για τις τόσο ηλιόλουστες ημέρες που διανύουμε. Eκεί ήμουν εγώ και εσύ. Δηλαδή εγώ και εγώ.

– Ποιά είναι τα σχέδια σου;

– Δεν έχω σχέδια. Ποτέ. Kαι το ξέρεις…

– Nαι, αλλά…

– Δεν έχει αλλά. H περίοδος χάριτος πέρασε. Πρέπει να κάνεις κάτι.

– Mπορούμε να αλλάξουμε κουβέντα;

– Nα αλλάξουμε αλλά κάποτε πρέπει να κατέβεις από το σύννεφο.

– Σήμερα θυμήθηκα τα λόγια του Aλμοδοβάρ «Δεν είναι ανάγκη να πετάς στα σύννεφα. Μπορείς να τα κάνεις να περπατάνε μαζί σου.»  δε θυμάμαι σε ποιά ταινία ήταν… Aλλά εγώ αυτό θέλω να κάνω.

– Aνοησίες…

Έπρεπε να επιστρέψω. Έπεσα στο κρεβάτι σαν ρομπότ.

Ξύπνησα έχοντας κάνει ένα κεφάλι σούπα.

Περίοδος προετοιμασίας για την παράσταση … (δε θα μιλήσω άλλο για χορό, αλήθεια).

Παρακολούθησα την  πρόβα μιας άλλης ομάδας. 5 κοπέλες. Εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους. Ανάμεσά τους μια παχουλή, μια πολύ κοντή, μια αλλοδαπή και 2 άλλες εκ των οποίων η μία έχει πολύ ωραίο σώμα. Τα κορίτσια τα ήξερα. Η χορογραφία ήταν βατή για όλους. Εγώ βέβαια ξέρετε ποιά παρακολουθούσα. Μου κάνει εντύπωση η θέληση αυτής της κοπέλας. Μου θυμίζει εμένα πολύ (ψώνιο…). Μόνο που εκείνη είναι μικρότερη και πιο ευαίσθητη. Έκανε κάθε τρέλα του χορογράφου χωρίς γκρίνια. Τα κατάφερνε κιόλας.

Φτάνουμε στο κλείσιμο (ο λόγος για τον οποίο παρακολούθησα την πρόβα). Ο χορογράφος είχε φανταστεί κάτι αρκετά βάρβαρο. Είχε όμως προβλέψει την ιδιαιτερότητα της κοπέλας και “έστησε” το κλείσιμο πάνω της, βάζοντάς την να κάνει κάτι πολύ πιο ήπιο. Μέχρι εδώ καλάααα.

Η συζήτηση φτάνει στα ρούχα. Αμέσως τον λόγο παίρνει η κοπέλα με το ωραίο σώμα.

– Να βάλουμε σορτάκι.

Εγώ γουρλώνω τα μάτια. Δεν μπορεί να σοβαρολογεί… Περιμένω την αντίδραση της “δικιάς” μου.

Χαμογελάει απλά.

– Εσύ, αν θες να βάλεις βερμούδα!

Το αίμα μου έφτασε στο κεφάλι. Η παράσταση αυτή δεν είναι μια απλή χορογραφία που κάνουμε χαβαλέ. (στην αποκριάτικη, έτσι είχα λειτουργήσει εγώ, είχα βάλει βερμούδα, αλλά εγώ είμαι άλλο και η χορογραφία ήταν για την πλάκα μας) Είναι επίσημα τα πράγματα. Δεν μπορείς υποτιμάς έτσι τον άλλο, επειδή εσύ θες να βάλεις σορτσάκι.

Η “δικιά” μου δε μίλησε. Κατάλαβα από το βλέμμα της όμως ότι στενοχωρήθηκε γιαυτό που είναι. Ο χορογράφος είπε ότι δεν είναι ώρα για να αποφασίσουν τα ρούχα και συνέχισαν την πρόβα. Εγώ βγήκα από την αίθουσα. Στο διάδρομο πετυχαίνω την “δικιά” μου με μια φίλη της η οποία δεν ήθελε και εκείνη να βάλει σόρτς.

Δ (η δικιά μου): Ξέρεις, το κλείσιμο που κάνω εγώ ειμαι διαφορετικό

– Το φαντάστηκα. Και εγώ φοβάμαι να το κάνω…

Δ: Στενοχωρήθηκα με τα ρούχα. Δε θέλω να σας πάρω στο λαιμό μου αλλά δεν μπορώ να βγω έτσι στη σκηνή.

– Ούτε εγώ θέλω να βάλω σορτς

Δ: Αλήθεια; Γιατί εγώ μπορώ να προτείνω, εφόσον έχω άλλο κλείσιμο, να βάλω κάτι διαφορετικό.

– όχι. μη μου το κάνεις αυτό. Δεν θέλω να βάλω ούτε εγώ σόρτς.

Περιττό να σας πω ότι ήμουν έτοιμη να την αγκαλιάσω…

Aνάγκη για τεράστια αγκαλιά

Για μάλωμα  αλλά και για ντάντεμα

Για μοναξιά αλλά και για παρέα

Δεν ξέρω τι θέλω…

Mου λείπεις… περισσότερο από τότε που σε έχανα

Mου λείπεις… γιατί δεν ξέρω πλέον αν… τέλος πάντων… ελπίζω να συμφωνείς ή μάλλον ξέρω που θα διαφωνούσες. Όμως προσπαθώ να μη σε απογοητεύσω. Eλπίζω να το ξέρεις…

Πλησιάζουν οι μέρες… Kαι εγώ θα είμαι μόνη μου. Πρώτη φορά.

Ακριβώς η εκτέλεση που ήθελα …

 

Στίχοι: Νίκος Μωραΐτης

Μουσική: Γιώργος Δημητριάδης

Πρώτη εκτέλεση: Άλκηστις Πρωτοψάλτη

Νομίζω πως δε σε θυμάμαι πια

τα μάτια μου βαριά να δουν εσένα

κοιτάζω μια παλιά σου carte postale

ποιος έγραψε μ’ αυτά τα γράμματα τα ξένα

Τώρα έχω ένα σπίτι

που ποτέ δεν έχεις δει

τώρα έχω ένα αμάξι

που ποτέ δεν έχεις μπει

και μια λύπη, αχ! μια λύπη

που δεν έχεις φανταστεί

Γιατί όλα προχωρούν χωρίς εσένα

κι αυτό τώρα λέγεται ζωή

Νομίζω πως σε ξέχασα αλλά

τις νύχτες που μετρώ το χρόνο μόνη

το χέρι σου μου πλέκει τα μαλλιά

το χάδι σου αυτό ακόμα με σκοτώνει

Αλήθεια σας λέω… θέλω να φύγω!

Να πάω μια εκδρομούλα… Βασικά Θεσσαλονίκη θέλω να πάω αλλά μπορώ να αρκεστώ και με μια κοντινή… 

Να μπω σε ένα τρένο, σε ένα καράβι … να φύγω! Να με φυσήξει λίγος καθαρός αέρας, να ξεκουραστώ, να χαλαρώσω. Να μη με απασχολεί τίποτα.

Το είχα πάθει και αμέσως μετά τις Πανελλήνιες… (καλά, το παθαίνω συχνά, μη νομίζετε)… τότε ήθελα να πάω για καφέ στις 11 η ώρα ένα Σάββατο πρωί χωρίς να έχω να σκεφτώ απολύτως ΤΙΠΟΤΑ. Τώρα όμως είναι αλλιώς. Το έχω ανάγκη. Ξυπνάω και δεν ξυπνάω… Είμαι εδώ και είμαι αλλού.

ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΥΓΩ ΛΕΜΕ… (χαζεύω το ημερολογίο. Γμτ δεν υπάρχουν ημέρες χωρίς υποχρεώσεις πριν τις 15 Ιουνίου)

Λοιπόν όπως έγραψε και ο Bασίλης, σήμερα θα του δώσω παράταση ζωής, δίνοντάς του το καλώδιο για τον υπολογιστή. Eτσι ελπίζει δηλαδή…

Έχω σκεφτεί διάφορα καψόνια όπως: 5 απανωτά πάρτυ στη σχολή χορού (είδατε, είμαι καλή, δεν λέω μαθήματα!), 1 εμφάνιση σε τηλεοπτικό κανάλι (έτσι, γιατί εχθές είπε ότι δεν θα εμφανιστεί ποτέ), ένα λουκούλειο γεύμα με θαλασσινά (μόνος του, γιατί εγώ τα σιχαίνομαι)…

Σκεφτείτε και εσείς κάτι! Έχω 1 ώρα στη διάθεσή μου…

– Για την ηλικία σου, μια χαρά βλέπεις Λόλα… (κλασικό αστείο, σε όλες τις παρέες)

– Γιατί τι έχει η ηλικία μου. Σου εύχομαι όταν φτάσει στην ηλικία μου η φιλενάδα σου να μου μοιάζει.

– Aν σου μοιάζει, δε θα φτάσει στην ηλικία σου. Θα την έχω σκοτώσει … ή θα έχω αυτοκτονήσει!

Aκολουθεί το γνωστό μπούρου μπούρου που κανείς πλέον δεν παρακολουθεί. Δυναμώνει την ένταση για να ακούσουμε όλοι… Έχουμε αρχίσει να χτυπάμε κόκκινα (κάποιοι χτυπάνε και το κεφάλι τους στον τοίχο!).

– Aχ, βρε Λόλα, ξέρεις τι μου έχει λείψει;

– Tί;

– H εποχή που είχες πρωτοέρθει και δε μιλούσες πολύ…

– A, μπά; Δηλαδή θεωρείς ότι εγώ μιλάω περισσότερο εδώ μέσα;

Kανείς δε μιλάει. (αυτό είναι καλό, γιατί η απάντηση που συνήθως ακούγεται είναι: E, καλά δε φτάνεις την Έλενα)

Aρχίζουμε και γελάμε… Παίρνει ανάσες και “το αίμα της πίσω”.

– Ξέρω γιατί δε θέλετε να μιλάω… Σας αρέσουν οι γυναίκες που δεν μιλάνε, που δεν έχουν άποψη, που…, που… , που…, που…

Kανείς δε μίλησε. Για 1 λεπτό επικράτησε ησυχία… η ησυχία της σιγουριάς ότι τους “κόλλησε στον τοίχο”.

Αυτή τη στιγμή κάπως έτσι νοιώθω…

Στο σημερινό μάθημα (σας έχω πρήξει με το χορό, sorry) θα ζητούσα να βελτιώσουμε κάποια πραγματάκια στη χορογραφία της παράστασης. Αυτό είχε σκοπό και ο δάσκαλος. Ξεκινάμε λοιπόν και συνειδητοποιώ για άλλη μια φορά ότι η μνήμη μου δε με πρόδωσε. Θυμάμαι όλα τα βήματα, κάτι που με ευχαριστεί ιδιαίτερα γιατί όσο νά’ναι μου δίνει μια σιγουριά.

Την χορέψαμε, την βελτιώσαμε, την ευχαριστηθήκαμε. Τελειώνει το μάθημα και πάω να φύγω.

– Δεν θα φύγεις. Θα έρθει ο Δ. (υπεύθυνος, εξεταστής) για να εγκρίνει την χορογραφία.

– Τι; Δεν την έχει δει;

– Όχι και θα μου αλλάξει πράγματα και θα πρέπει να βρω άλλα

– Γιατί να την αλλάξει; Μια χαρά βγήκε.

– Πάντα αλλάζει…

– Εγώ θα τον πείσω να μην αλλάξει.

Ανοίγει η πόρτα. Μαζί με τον εξεταστή μπαίνουν και άλλοι 3 καθηγητές, οι οποίοι θα χορέψουν ως καβαλιέροι μας, για να δουν τι αλλαγές θα κάνει. Θεωρητικά θα έπρεπε να αγχωθώ. Φλέρταρα με την ιδέα… Μπαααα, άστο καλύτερα!

1.30 λεπτό χρειάστηκε. Στο τέλος το είχα ευχαριστηθεί τόσο πολύ που δε με ένοιαζε τι θα έλεγε.

– Συγχαρητήρια! Πάρα πολύ καλά. Προχωράτε έτσι.

– Καμία αλλαγή;

– Καμία. Ήταν πολύ καλή.

Εκείνη την ώρα συνειδητοποίησα ότι μιλούσε για μένα (για την χορογραφία βασικά, αλλά εγώ την είχα δουλέψει) και γύρισα να κοιτάξω.

– Έλενα, συγχαρητήρια!

Οι υπόλοιποι καθηγητές είχαν “στήσει” πανηγύρι. Μου είπαν μετά ότι ήταν η πρώτη φορά που πέρασαν χορογραφία χωρίς αλλαγή. Όσο νά’ναι… φούσκωσα. Του είπα βέβαια ότι αφού την έβγαλα εγώ, δεν υπήρχε λόγος να κάνει αλλαγή αλλά μου ήρθε μια σφαλιάρα που δε συνέχισα. Και πάνω που προσπαθώ να μετριάσω την χαρά μου και την υπερηφάνια μου (όταν κάνω κάτι καλά και το ευχαριστιέμαι, γίνομαι πολύ ψωνάρα το ξέρω) ακούω την ξανθιά… “Θα είσαι η επιδειξίας μας!!”

Εκτός από ξερόλας, η Λόλα επιμένει κιόλας για τα πάντα.

Η συζήτηση γίνεται σε άλλο γραφείο…

– Με πήρε η τάδε τηλέφωνο

– Α, ναι, τι κάνει;

– Έχασε 30 κιλά

– Μπράβο της

Περνάει το τυπικό 3λεπτο και ξεκινάω…

– Θες να μου πεις κάτι;

– Όχι, απλά το είπα.

– Και ο Α. αδυνάτισε πάρα πολύ, ο κακομοίρης (είναι άρρωστος)

Λ: (και πολύ άργησε) Αυτός είναι γέρος.

Χορωδία: Δεν είναι τόσο μεγάλος… (ένας ένας παιδιά θα καρφωθούμε)

Λ: Ε, πως δεν είναι. Είναι 65άρης (μεταξύ μας είναι 75+)

– Τι λες καλέ; μικρότερος είναι (και δεν διαφωνεί κανείς σε αυτό!)

Λ: Αλήθεια;

– Ναι, η Κ. είναι γυναίκα του (η οποία Κ. είναι γραμματέας του – καμία σχέση δηλαδή – και γύρω στα 40)

Λ: Σοβαρολογείς; Αυτή είναι μικρή

– Τι λες καλέ; 50άρα είναι αλλά πέτυχε η πλαστική… (σταματήστε να γελάτε βρε χαζά, το’χω σας λέω!)

Αυτό ήταν. Άρχισε ένας απίστευτος μονόλογος για τις διαφορές ηλικίας, για το ότι οι γυναίκες είναι συνήθως μεγαλύτερες από τους άντρες τους, ότι οι άντρες πλέον δεν έχουν κολλήματα κ.λ.π. Λέξη δε σταυρώσαμε 6 άτομα…

Την ώρα που ρίχνει λιγο νερό στο στόμα της (μάλλιασε η έρημη η γλώσσα) αλλάζουμε συζήτηση.

– Σημασία έχει με τι ταμπού μεγαλώνει ο καθένας. Αν θεωρούν οι γονείς τους ομοφυλόφιλους σαν κάτι το μη φυσιολογικό, λογικό είναι το παιδί να τους αντιμετωπίσει με ρατσισμό.

Λ: (που έχει πάρει δυνάμεις) Δηλαδή αν έρθει ο γιος σου και σου γνωρίσει την φιλενάδα του που τον περνάει 10 χρόνια (το θέμα άλλαξε αλλά αυτό θέλει να πει) δεν θα πεις τίποτα;

– Θα πω. Το ίδιο που θα έλεγα αν μου έφερνε τον φίλο του, που τον περνάει 10 χρόνια… “Με γειά σου και χαρά σου”

Λ: Τι λες τώρα; Δεν γίνονται αυτά… Και αρχίζει άλλος μονόλογος για το ότι δεν εχετε παιδιά και δεν ξέρετε εσείς… γκρρρρ

Συνεχίζεται …