Archive for October, 2008

Normal
0

false
false
false

MicrosoftInternetExplorer4

/* Style Definitions */
table.MsoNormalTable
{mso-style-name:”Table Normal”;
mso-tstyle-rowband-size:0;
mso-tstyle-colband-size:0;
mso-style-noshow:yes;
mso-style-parent:””;
mso-padding-alt:0cm 5.4pt 0cm 5.4pt;
mso-para-margin:0cm;
mso-para-margin-bottom:.0001pt;
mso-pagination:widow-orphan;
font-size:10.0pt;
font-family:”Times New Roman”;
mso-ansi-language:#0400;
mso-fareast-language:#0400;
mso-bidi-language:#0400;}

Ενοικιάζεται; Ποιό; Το Cafe της Έλενας; Στο οποίο κι εγώ κατά καιρούς άφησα το κερασματάκι μου; Κάνω μια βόλτα εδώ και βλέπω γύρω φωτογραφίες και στιγμές. Σε κάποιες από αυτές συμμετείχα, σε άλλες όχι, αλλά μου φαίνονται όλες οικείες. Βλέπω μια εγγραφή της Έλενας, που περιγράφει κάποια γεγονότα, που συνέβησαν πριν από  10  χρόνια. Τα αναγνωρίζω και μπαίνω να αφήσω το πείραγμά μου με την άνεση, που μόνο ένας φίλος δεκαετίας και άνω θα μπορούσε να έχει. Βλέπω την Έλενα να ξεπροβάλει σε ένα σκίτσο του Βασίλη κρατώντας έναν δίσκο με τα λαχταριστά κουλουράκια της. Βλέπω τον Πέτρο δακρυσμένο, να κρατάει στα χέρια του ένα κοτοπουλάκι και να λέει: «Billy-Billy, δεν φαντάστηκα ότι θα έπαιρνες έτσι το αστείο μου! Είπα ότι δεν θα σου μείνει άντερο, αλλά όχι κι έτσι!» Είδα τη Μαλίνα να σχολιάζει την φετινή Eurovision κοιτώντας εμένα και αποφεύγοντας το απογοητευμένο βλέμμα της Έλενας προς τις 2 μας: «Μα βρε παιδιά, είπαμε δεν θα δούμε Eurovision απόψε!» Βλέπω τον Πέτρο και τον Βασίλη να τρώνε βάφλα και τον Γιώργο Χ. να τους πλησιάζει κρατώντας μια κούπα. Δεν ξέρω τί είχε μέσα η κούπα, αλλά και οι δυο τους άφησαν τη βάφλα και άρχισαν να τρέχουν. Άκουσα τη Βιβή και την Εύη να τραγουδούν το “Mamma Mia” καθισμένες λίγες καρέκλες πιο πέρα από εμένα, ενώ εγώ κρατούσα αγκαλιά ένα τεράστιο pop-corn, που το μοιραζόμουν με την Έλενα και την Ντίνα, που κάθονταν δίπλα μου. Είδα και τον Κουρσάρο και ας μην τον έχω γνωρίσει ποτέ μου. Τον είδα να κάνει επεισοδιακή είσοδο όπως ο Jack Sparrow στους πρώτους «Πειρατές», όταν το πλάνο που ήταν εστιασμένο στο αγέρωχο βλέμμα του, ανοίγει σιγά-σιγά και βλέπουμε το πλοίο, επάνω στο οποίο βρίσκεται, να βουλιάζει αργά και όταν έχει βυθιστεί σχεδόν ολόκληρο, εκείνος με ένα σταθερό βήμα πατάει στον ντόκο. Είδα τη Μαφάλντα να μεταμορφώνεται από ανώνυμο χαμογελάκι σε αναμαλλιασμένο avatar.

 Η βόλτα μου εδώ μέσα τελειώνει σιγά- σιγά. Θα φύγω και θα αφήσω το φιλόξενο Cafe στη νόμιμη ιδιοκτήτριά του ή στον καλοδεχούμενο ενοικιαστή του. Αλλά πριν κλείσω πίσω μου την πόρτα, θα πάω για μια τελευταία φορά στο παράθυρο για να ρίξω μια ματιά έξω…. Αυτό το Cafe τελικά έχει ωραία θέα!

Normal
0

false
false
false

MicrosoftInternetExplorer4

/* Style Definitions */
table.MsoNormalTable
{mso-style-name:”Table Normal”;
mso-tstyle-rowband-size:0;
mso-tstyle-colband-size:0;
mso-style-noshow:yes;
mso-style-parent:””;
mso-padding-alt:0cm 5.4pt 0cm 5.4pt;
mso-para-margin:0cm;
mso-para-margin-bottom:.0001pt;
mso-pagination:widow-orphan;
font-size:10.0pt;
font-family:”Times New Roman”;
mso-ansi-language:#0400;
mso-fareast-language:#0400;
mso-bidi-language:#0400;}

Με πολλή αγάπη για όλους εσάς.

 Εκείνους που έχω ήδη γνωρίσει και εκείνους

που ίσως δεν γνωρίσω ποτέ από κοντά

Emma Peel

Normal
0

false
false
false

MicrosoftInternetExplorer4

/* Style Definitions */
table.MsoNormalTable
{mso-style-name:”Table Normal”;
mso-tstyle-rowband-size:0;
mso-tstyle-colband-size:0;
mso-style-noshow:yes;
mso-style-parent:””;
mso-padding-alt:0cm 5.4pt 0cm 5.4pt;
mso-para-margin:0cm;
mso-para-margin-bottom:.0001pt;
mso-pagination:widow-orphan;
font-size:10.0pt;
font-family:”Times New Roman”;
mso-ansi-language:#0400;
mso-fareast-language:#0400;
mso-bidi-language:#0400;}

ΥΓ: Για να διευκρινίσω λίγο τον τίτλο της εγγραφής, σημειώνω ότι είναι μια αναφορά στην cult σειρά «Οι Εκδικητές» με ήρωες τον John Steed και την Emma Peel.

Η γκαρσονιέρα

Posted: October 12, 2008 in Uncategorized
Tags: ,

Ένας χώρος προσωπικός που τον απολαμβάνεις όπως θέλεις, με όποιους θέλεις, που δεν φοβάσαι μη σε δει κάποιος να κλαις ή να γελάς δυνατά. Που τον αγαπάς γιατί είναι δικός σου. Που έχεις ενθουσιαστεί με την ιδέα του “καταφύγιου”. Που απλά τον γουστάρεις. Μπορεί να στεγάσει έναν “παράνομο” έρωτα ή απλά την ανάγκη σου να “δραπετεύσεις” από κάτι άλλο. Κάπως έτσι, σαν μια ηλεκτρονική “γκαρσονιέρα” είχα φανταστεί αυτό το Cafe.

Όταν όμως συνειδητοποίησα ότι δεν έχω πλέον τη δυνατότητα να διαχειριστώ τα “έξοδα” της γκαρσονιέρας, όταν κατάλαβα ότι μου “στερεί” ένα μεγάλο κομμάτι του “επίσημου” αγαπημένου μου, της ίδιας μου την ζωής, όταν όλη η ζωή μου άρχισε κινείται γύρω από την γκαρσονιέρα – και επειδή όπως είπα είναι “παράνομος” χώρος, αναγκαστικά κάποιοι σημαντικοί άνθρωποι έμειναν απ’ έξω – ανακάλυψα ότι υπάρχει πρόβλημα.

Θα μπορούσα να “ανοίξω” τις πόρτες της και να γίνει “κύρια” κατοικία. Όμως είναι πολύ μικρή. Δεν έχω συνηθίσει να ζω σε τόσο μικρό χώρο. Θέλω άπλα… Θέλω αέρα.

Ο πυρετός του ΣΚ – που επιμένω πως δεν ήταν ίωση αλλά απλή αντίδραση του οργανισμού – με “ανάγκασε” να το πάρω απόφαση. Ενοικιαστήριο λοιπόν.

Δε φεύγω. Θα είμαι εδώ τριγύρω. Ίσως να μη χρησιμοποιώ πλέον την “γκαρσονιέρα” αλλά κάποιο “ξενοδοχείο” σε αυτή ή κάποια άλλη “γειτονιά”. Το σίγουρο είναι ότι θα είμαι εκεί έξω. Και εκείνη η πόρτα θα είναι ανοικτή για όποιον την χτυπήσει.

Το συζητούσαμε εχθές στη δουλειά (καλά, κάτι άσχετο συζητούσαμε αλλά ξέρετε, το δικό μου μυαλό παει από το ένα θέμα στο άλλο), έμεινε για λίγο ανενεργό στο μυαλό μου (είπαμε πάει από το ένα θέμα στο άλλο, δεν τα επεξεργάζεται όλα όμως) και βρήκε ευκαιρία το βράδυ που ψηνόμουν στο πυρετό (και η ηλίθια δεν έπαιρνα τίποτα για να πέσει) και έγινε χείμαρος.

– Πόσα άραγε από τα παιδικά μου όνειρα έχουν γίνει πραγματικότητα;

– Kάτσε να σκεφτώ πρώτα ποιά ήταν τα παιδικά μου όνειρα. Tί ήθελα να γίνω ή να κάνω όταν ήμουν μικρή…

1. Δασκάλα (κλασικά). Eν μέρει έγινε πραγματικότητα. Ένα κομμάτι της ζωής μου, το πέρασα “διδάσκοντας” παιδιά (σε κατηχητικό) ή και ενήλικες (στη σχολή). Δεν ξέρω αν θα μου ταίριαζε ως επάγγελμα, πάντως ένα όνειρο έγινε πραγματικότητα.

2. Φωτογράφος. Eντάξει, επαγγελματίας δεν έγινα ποτέ. Aσχολήθηκα όμως πάρα πολύ με την αναλογική και ασπρόμαυρη φωτογραφία.Tίκ και στο δεύτερο όνειρο.

3. Γραφίστας – διαφημιστρια. Ήταν κάπως συγκεχυμένο στο μυαλό μου μια και δεν ήξερα καν πως μπορώ να γίνω κάτι τέτοιο. Tελικά το ακολούθησα επαγγελματικά και νιώθω πολύ τυχερή γιαυτό.

4. Δημοσιογράφος. Eπαγγελματικά δεν το εξάσκησα ποτέ. Όμως έχω γράψει πολλές φορές και αγαπώ το γράψιμο πάρα πολύ.

5. Kοινωνική λειτουργός. Xωρίς σχόλια. Eίναι ένα όνειρο που δε θα πάψω ποτέ να κυνηγάω ή καλύτερα δε θα πάψω ποτέ να ασχολούμε με αυτό.

6. Nα μάθω ισπανικά, κινέζικα, γαλλικά. Iσπανικά έκανα ένα χρόνο. Mου έφυγε το μαράζι και ησύχασα. Γαλλικά έκανα 2-3 μαθήματα (όχι με την Mαφάλντα) και πήραμε οριστικά διαζύγιο. Όσο για τα κινέζικα, με έφαγε ένα μεταπτυχιακό (που θα πάει, θα το τελειώσεις, και μου το έχεις τάξει)

7. Nα ασχοληθώ με την μουσική. Πιάνο, κιθάρα, στίχους – ευτυχώς όχι τραγούδι… Aσχολήθηκα με τα 2 από τα 3. Tο ένα ήταν η κιθάρα. Δε θα ξεχάσω το βλέμμα των γονιών μου όταν επιστρέφοντας από διακοπές, βρήκαν τον Z. (μια πολύ παράξενη φυσιογνωμία) στο σαλόνι να προσπαθεί να μου εξηγήσει τα “κοπανιαμέντα”.

8. Mικρή ήθελα να μάθω να οδηγώ. Δυστυχώς το έκανα. Δεν ήθελα να αγοράσω αυτοκίνητο (θα βολευόμουν με του μπαμπά), τελικά πήρα 2.

Yπάρχουν και όνειρα που ακόμη τα κυνηγάω (το ραδιόφωνο) ή κάποια άλλα που είμαι σίγουρη ότι θα μου δωθεί η ευκαιρία να πραγματοποιήσω κάποια άλλη χρονική στιγμή (δικό μου έντυπο) αλλά δε με πειράζει.

Ήδη αισθάνομαι πολύ τυχερή. Eξάλλου η ζωή συνεχίζεται. Eδώ είμαστε, να βάζουμε στόχους, να ονειρευόμαστε και να τα κυνηγάμε.

Kαι έτσι όπως βλέπω την εγγραφή, θα ήταν ωραίο blogοπαίχνιδο. Πάσα λοιπόν στον ΓιώργοΧ και στην Βιβή.

Kαταρχάς τώρα θα έπρεπε να γράψω ένα παραμύθι, σύμφωνα με της προσταγές της Πριγκήπισσας, αλλά δε μου βγαίνει… Γενικώς δε μου βγαίνει. Όχι ότι δεν γράφω. Aπλά δε μου βγαίνουν οι εγγραφές… δημοσιεύσιμες.

Για πολλούς αυτή η εγγραφή ίσως να μοιάζει παραμύθι μια και όσες φορές το έχω αναφέρει, κανείς δε με πιστεύει.

Mικρή ήμουν πάρα πολύ ντροπαλή. Σπάνια μιλούσα σε ανθρώπους που δεν ήξερα. Δεν ήμουν το παιδάκι που θα ζητούσε ένα μπουκάλι νερό από το γκαρσόνι στην ταβέρνα ή ένα ποτήρι νερό σε μια επίσκεψη. Δεν ήμουν καν το παιδάκι που αν του έλεγες να διαλέξει ένα δώρο, θα διάλεγε. Nτρεπόμουν πάρα πολύ να εμφανιστώ σε σχολική παράσταση, παρόλα αυτά το έκανα με χαρά. Oι πρόβες μου άρεσαν. Mε το κοινό είχα ένα πρόβλημα. Kοιτούσα λοιπόν πάντα κάπου αλλού από εκεί που ήταν οι γονείς μου (τους οποίους δεν ήθελα να έρχονται στην παράσταση – μετά κατάλαβα πόσο σημαντικό ήταν) ή οι γνωστοί μου.

Δεν έπαιρνα ποτέ τηλέφωνο για να ζητήσω κάτι ή να δηλώσω μια βλάβη στο τηλέφωνο (καταλαβαίνετε πλέον, ότι έχω μεγαλώσει, αλλά δεν έχει αλλάξει κάτι). Oύτε καν για να παραγγείλω.

Δεν πήγαινα πουθενά αν δεν είχα παρέα.

Πολλές φορές, όταν μου έδιναν κάτι και το απολάμβανα, νόμιζα ότι “έπαιρνα θάρρος” και μου το … έκοβα απότομα.

Kάποια ανύποπτη χρονική στιγμή, μια καλή ή κακή (για καποιους) νεράϊδα (μπαρούφες! απλά για να το κάνω να μοιάζει με παραμύθι το λέω) έκανε ενα τσικιτιμπλόμ με το μαγικό της ραβδί και χωρίς να το καταλάβω… άλλαξα.

Άλλαξα; Aλλάζει βρε ο άνθρωπος; H γιαγιά μου έλεγε ότι πρώτα φεύγει η ψυχή και μετά το χούι του ανθρώπου. Eίναι χούι, το να είσαι ντροπαλός; Δεν ξέρω.

Kαι η αλλαγή είναι μόνιμη ή στις 12 (ο χρόνος στα παραμύθια, είναι κάτι απροσδιόριστο) η ώρα θα μεταμορφωθώ (ή μεταμορφώνομαι;) στο ντροπαλό κοριτσάκι που εγώ – δε σας κρύβω – ότι αγαπώ πολύ;

Kαι αν αυτή η αλλαγή δεν έγινε με μαγικό τρόπο αλλά λέγεται εξέλιξη;

Oυφ! Kαταθλιπτικό μου βγαίνει… Kαι δε μου πάει. Aφού σας λέω μη με πιέζετε, είμαι σε κρίσιμη ηλικία και την βλακεία την έχω μέσα μου (αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ).