-Παρακαλώ;
– Θέλω να χωρίσουμε!
– Εμείς;
– Τι λες μωρε; Κοιμόσουνα;
– Δε θα έπρεπε; Και να μη κοιμόμουν δηλαδή, τι έπρεπε να απαντήσω; (όταν ξυπνάω απότομα έχω ρέντα)
– Έλα ντε. Λοιπόν θέλω να χωρίσουμε…
– Προφανώς όχι εμείς οι δύο γιατί δε θυμάμαι να μοιραζόμαστε και κάτι.
– Όχι. Εγώ με τον Κ. θέλω να χωρίσω.
– Γιατί; (μεταξύ μας, για χιλιάδες λόγους)
– Με πιέζει.
– Ε, πως ακριβώς το κάνει αυτό; Αν θυμάμαι καλά σας χωρίζουν δεν ξέρω και εγώ πόσα ναυτικά μίλια.
– Δεν καταλαβαίνεις. Νοιώθω να πνίγομαι.
– Η θάλασσα θα φταίει, ρε συ.
– Θα ξυπνήσεις επιτέλους; Μιλάω σοβαρά.
– Και εγώ. Προσπαθώ να καταλάβω βρε χαζό, τι σε πιέζει. Πες μου ότι θέλει να κατέβεις στο νησί…
– Όχι μωρέ. Κάτσε να σου πω από την αρχή.
– Α γεια σου! Αυτό περιμένω τόση ώρα.
– Λοιπόν, αν θυμάσαι καλά, ξεκινήσαμε με την προοπτική ότι θα κάνουμε υπομονή λίγο καιρό, μέχρι να έρθει μόνιμα στην Αθήνα.
– Ναι θυμάμαι. Θα έβαζε λυτούς και δεμένους…
– Και στο διάστημα αυτό θα ερχόταν αρκετά συχνά να βλεπόμαστε.
– Αυτά τα θυμάμαι.
– Έχουν περάσει 3 μήνες και δεν έχει φανεί.
– Ε, κάτσε ρε σύ, μπορεί να μη μπορεί.
– Ξέρεις πολύ καλά ότι μπορεί. (Η αλήθεια είναι ότι το ξέρω)
– Σου λέει να πας εσύ;
– Όχι.
– Η πίεση που είναι;
– Θέλει να ξέρει ανα πάσα στιγμή που είμαι, με ποιόν είμαι, κάνει σκηνές ζήλειας…
– Ούπς!
– Δεν του έχω δώσει το δίκαωμα και αυτό με νευριάζει. Ξέρεις ότι το χειρότερο μου είναι η ζήλεια. Άσε που δεν μπορεί να καταλάβει ότι λόγω δουλειάς πρέπει να βγαίνω και πως δε μπορώ ανα πάσα στιγμή να του μιλάω στο τηλ. Πόσο μάλλον να του λέω πόσο πολύ τον αγαπάω.
– Σταμάτα θα ξεράσω!
– Και που είσαι ακόμα…
– Έχει και άλλο;
– Ονειρεύεται γάμους…
– Ορίστε;
– Θέλει όταν θα έρθει, όχι μόνιμα, να ανταλλάξουμε όρκους αιώνιας αγάπης.
– Μου κάνεις πλάκα.
– Όχι. Ονειρεύεται γάμους, παιδιά… Και πρέπει όλα αυτά να ξεκινήσουν γρήγορα. Μας πήραν τα χρόνια λέει…
– Συγγνώμη μιλάμε για τον Κ. έτσι;
– Ναι.
– Τον Κ. που γνωρίζεστε 3,5 μήνες και τους 3 μήνες είσαστε μίλια μακριά;
– Ω, ναι! Μου είπε και άλλα…
– Ωχ!
– Ότι αυτός μου είναι πιστός τόσο καιρό και δεν έχει κάνει κάτι με κάποια άλλη.
– Τι θα έπρεπε να κάνει δηλαδή;
– Άσε με γιατί έχω νευριάσει. Το θέμα δεν είναι τι έπρεπε να κάνει εκείνος αλλά τι ήθελε να κάνω εγώ…
– Να σου πω, όλους τους μακάκες εσύ θα τους γνωρίσεις; Πάρτον τηλέφωνο και εξήγησέ του κάποια πράγματα. Ή καλύτερα, πες του να κάνει μια βόλτα προς Αθήνα μεριά να τα συζητήσετε με την ησυχία σας. Αυτά δε λέγονται από το τηλέφωνο… Πάει καλά το άτομο; Με σύγχισες βραδιάτικα…